Ο γόρδιος δεσμός της 2ης γενιάς μεταναστών

Χωρίς να λυθούν βασικά θέματα γίνεται λόγος για την ιθαγένεια

Την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας «κυρίως της λεγόμενης δεύτερης γενιάς... με τη γέννηση του νέου ανθρώπου στην επικράτειά μας» εξήγγειλε στις 4 Νοεμβρίου ο πρωθυπουργός κ. Γ. Παπανδρέου στο Παγκόσμιο Φόρουμ του ΟΗΕ για τη Μετανάστευση και την Ανάπτυξη. Λίγες ημέρες νωρίτερα, ο υπ. Εσωτερικών κ. Γ. Ραγκούσης είχε δεσμευθεί στη Βουλή για συμμετοχή στις δημοτικές εκλογές όσων μεταναστών έχουν συμπληρώσει πέντε χρόνια νόμιμης παραμονής και «απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας για όσα παιδιά γεννιούνται στην Ελλάδα από γονείς μετανάστες που διαμένουν στη χώρα για ορισμένο χρόνο και για εκείνα που έχουν λάβει ελληνική εκπαίδευση ορισμένης διάρκειας».
Ομως, προ ημερών, η υφ. Εσωτερικών κ. Θεοδώρα Τζάκρη δήλωσε στη Βουλή ότι «το δικαίωμα αυτό επιφυλάσσεται (μόνο) στα παιδιά των νομίμων μεταναστών».
Συνολικά ο αριθμός των παιδιών που έχουν γεννηθεί εδώ ή έχουν έρθει σε μικρή ηλικία και έχουν φοιτήσει στο ελληνικό σχολείο δεν ξεπερνάει τις 200.000 - 250.000. Μικρότερος ο αριθμός όσων έχουν γεννηθεί εδώ (εκτιμώνται σε 150.000 - 170.000 περίπου) και ακόμη μικρότερος ο αριθμός όσων οι γονείς είναι νόμιμοι.
Σύμφωνα με τον κ. Μάρτιν Μπαλντουιν - Εντουαρντς, από το Μεσογειακό Παρατηρητήριο Μετανάστευσης του Παντείου Πανεπιστημίου, στην απογραφή του 2001 καταγράφηκαν 120.000 παιδιά γεννημένα στη χώρα από αλλοδαπούς γονείς. Οπως σημειώνει στην «Κ», 40.000 από αυτά έχουν γονείς με αμερικανική, αυστραλιανή, γερμανική, βρετανική, κυπριακή και άλλων εύπορων κρατών υπηκοότητα. Αλλα 44.000 παιδιά είχαν τότε γονείς αλβανικής υπηκοότητας.
Επρόκειτο κυρίως για Αλβανούς υπηκόους ελληνικής καταγωγής, των οποίων οι αιτήσεις για ελληνική υπηκοότητα εκκρεμούσαν για μία τουλάχιστον δεκαετία. Από τo 2006 μέχρι σήμερα, 30.000 (10.000 περίπου τον χρόνο) έχουν πολιτογραφηθεί Ελληνες. Εναν επιπλέον αριθμό αποτελούσαν παιδιά ομογενών από την πρώην ΕΣΣΔ, των οποίων ο αριθμός εκτιμόταν σε 180.000 και πολιτογραφήθηκαν Ελληνες μέχρι το 2003. Κατά συνέπεια, ο αριθμός παιδιών με γονείς μετανάστες από τρίτες χώρες δεν ξεπερνούσε μέχρι το 2001 τις 50.000 - 60.000.
Μετά το 2001 έχουν γεννηθεί άλλα 100.000 - 110.000 παιδιά από μητέρες τρίτων χωρών (το 60% αλβανικής υπηκοότητας). Οπότε ο συνολικός αριθμός δεν υπερβαίνει τα 150.000 - 170.000 παιδιά.
Η αδυναμία των διαδοχικών μεταναστευτικών νόμων να διασφαλίσουν σταθερότητα και νομιμότητα απεικονίζεται ανάγλυφα στα νούμερα: 550.000 άδειες διαμονής βρίσκονται εν ισχύι. 130.000 άνθρωποι έχουν εκπέσει της νομιμότητας εξαιτίας της αδιάρρηκτης σύνδεσης νομιμότητας και συλλογής ενσήμων, για την απόκτηση των οποίων την ευθύνη φέρει ο αλλοδαπός και όχι ο εργοδότης. Εχουν εκδοθεί 3.265 άδειες μακράς διαμονής (αορίστου και δεκαετούς) και μόλις 102 άδειες επί μακρόν διαμενόντων, παρ’ ότι σκοπιμότητα της σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας είναι η εργασιακή κινητικότητα των αλλοδαπών εκτός Ελλάδας. Δεν αναμένεται να εκδοθούν στο εγγύς μέλλον άλλες άδειες επί μακρών διαμενόντων, αφού απαραίτητη προϋπόθεση είναι η παρακολούθηση μαθημάτων ελληνικής γλώσσας από το ΙΔΕΚΕ (Ινστιτούτο Διαρκούς Εκπαίδευσης Ενηλίκων) και η διεξαγωγή εξετάσεων. Ομως, εδώ και εννέα μήνες οι εργαζόμενοι στο ΙΔΕΚΕ δεν έχουν πληρωθεί, οπότε δεν γίνονται μαθήματα ούτε εξετάσεις (κάθε Οκτώβριο και Μάρτιο).
Το υπ. Εσωτερικών αυτή τη στιγμή εξετάζει τη συμμετοχή των αλλοδαπών που έχουν συμπληρώσει πέντε χρόνια νόμιμης παραμονής στις δημοτικές εκλογές του 2010 και αφήνει για το μέλλον το θέμα της ιθαγένειας. Βέβαια, σε προηγμένα κράτη της Ε.Ε., μετανάστες με ανάλογα χρόνια νόμιμης διαμονής όχι απλώς είναι νόμιμοι, αλλά αποκτούν υπηκοότητα. «Σε ένα σύστημα με ορθολογική μεταναστευτική πολιτική δεν είναι λογικό να υπάρχουν παράνομοι γονείς με παιδιά 18 ετών που έχουν μεγαλώσει στη χώρα», σημειώνει ο νομικός κ. Βασίλης Χρονόπουλος, υπεύθυνος του διαδικτυακού περιοδικού diavatirio.net.
«Εάν το σύστημα είχε λειτουργήσει, οι γονείς αυτοί σήμερα θα είχαν άδεια μακράς διαμονής ή ακόμη και ελληνική ιθαγένεια. Πάμε να θεραπεύσουμε την ιθαγένεια, χωρίς να έχουμε λύσει βασικά θέματα της μεταναστευτικής νομοθεσίας, με το νομικό καθεστώς των μεταναστών να τίθεται διαρκώς σε αμφισβήτηση». Απαιτείται η δημιουργία ενός ορθολογικού συστήματος που θα καλύπτει όλη την πορεία των αλλοδαπών, από την απόδοση της άδειας παραμονής μέχρι τις άδειες μακράς διαμονής και ίσως την ιθαγένεια, τονίζει ο κ. Χρονόπουλος, από τους πρωτοπόρους του αγώνα για τα δικαιώματα της 2ης γενιάς. «Σήμερα, όμως, πρέπει να λύσουμε άμεσα τον γόρδιο δεσμό της 2ης γενιάς. Οι νέοι που έχουν μεγαλώσει στη χώρα δεν πρέπει να κανένα τρόπο να πληρώσουν την ανεπάρκεια των πολιτικών του παρελθόντος», σημειώνει. «Ακούγονται πολλές φωνές αντίθετες στην απόδοση ιθαγένειας, που κινδυνολογούν ισχυριζόμενες ότι ένα νέο σύστημα θα λειτουργούσε σαν «κράχτης» για παράνομους μετανάστες που θα κατέφθαναν στη χώρα μόνο και μόνο για να γεννήσουν και να κερδίσουν την ελληνική ιθαγένεια. Ομως, η ρύθμιση δεν αφορά αυτούς τους μετανάστες. Οσοι αγωνίστηκαν το προηγούμενο χρονικό διάστημα για να αλλάξει ο Κώδικας Ιθαγένειας δεν εννοούσαν κάτι τέτοιο».
Πάντως, μεταβατικά πρέπει να δοθεί με επιεικέστερους όρους δικαίωμα πρόσβασης στην ελληνική ιθαγένεια όλων των νέων που έχουν γεννηθεί ή μεγαλώσει στη χώρα, ανεξάρτητα από το καθεστώς διαμονής αυτών ή των γονέων τους, σημειώνουν έγκριτοι νομικοί. Γι’ αυτό και η αναθεωρημένη πρόταση της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου για τον νέο Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας μιλάει για χορήγηση ιθαγένειας ύστερα από πέντε χρόνια νόμιμης διαμονής των ενηλίκων και σε όλα τα παιδιά που κατοικούν «μόνιμα και νόμιμα στη χώρα επί πενταετία μαζί με έναν από τους γονείς και παρακολουθούν ή έχουν παρακολουθήσει σχολείο στην Ελλάδα».