Γράφει ο Δημήτρης Κατσίκης
Τα Ελληνικά πολιτικά κόμματα δυστυχώς ανήκουν στην ιδιαίτερη κατηγορία των κομμάτων «καρτέλ». Με στυγνή ιδιοτέλεια που θα ζήλευε και ο Μακιαβέλι, ως πρώτη τους προτεραιότητα και πριν από οτιδήποτε άλλο τοποθετούν ως ύψιστο σκοπό τους την αναδυσή τους στην εξουσία με κάθε δυνατό μέσο. Μέσα σε αυτό το μηδενιστικό τυρβώδες πολιτικό περιβάλλον, όχι μόνο ο σκοπός αγιάζει τα μέσα αλλά και τα μέσα τον σκοπό. Ο ακλόνητος αυτοσκοπός τους, η ανοδό τους στην πολιτική εξουσία, υπερβαίνει οποιαδήποτε έννοια «κοινού καλού» και «δημοσίου συμφέροντος» παρόλο που τα τελευταία αποτελούν προπαγανδιστική προμετωπίδα των προεκλογικών δεσμευσεών τους.
Ιδιαίτερα μετά την πτώση του «Σοβιετικού παραδείσου» στις αρχές της δεκαετίας του 90 που στην Ελλάδα σηματοδότησε και την κατάρευση του ανθρωπολογικού τύπου της «μεταπολίτευσης», το μηδενιστικό ρεύμα στην πολιτική πραγματικότητα αναδείχθηκε κυρίαρχο χωρίς να διαφαίνεται στον ορίζοντα μία δύναμη που θα λειτουργούσε ως κυματοθραύτης στην καθοδόν και διογκούμενη πολιτική και κοινωνική παλίρροια. Έτσι αποδομητικά ιδεολογήματα της μέτα-νεωτερικής διανόησης άρχισαν να καταλαμβάνουν το ιδεολογικό κενό που άφησε πίσω του η αποκαθήλωση του «μεταπολιτευτικού» προοδευτικού και δημοκρατικού ατόμου. Ένας συμφερτός από «εξωτικά» και «πολύχρωμα» ιδεολογήματα της ανέστιας αριστερής και γενικά διεθνιστικής ιδεολογίας άρχισαν να προπαγανδίζονται και να αντικαθιστούν παραδοσιακές αξίες της πατριωτικής αριστεράς και γενικότερα. Όλα συνηγορούσαν στην δημιουργία και την απόδοση μίας νέας εθνικής, πατριωτικής και φυλετικής ταυτότητας για τον μέσο Έλληνα, απαξίωση της Ελληνικής Χριστιανικής θρησκείας, αποϊεροποίηση των αγωνιστών του 1821, κατά παραγγελία ιστοριογραφία με απώτερο σκοπό να πλήξει την Ελληνική διαχρονική πολιτιστική και φυλετική διαχρονία, επιβαλλόμενος «πολυπολιτισμός» κλπ.
Όσον αφορά σε ένα άλλο τομέα της Ελληνικής πραγματικότητας, αυτό της οικονομίας, η Ελλάδα διαθέτει μία κατεξοχήν παρασιτικού τύπου οικονομία που βασίζεται στο μεταπρατικό εμπόριο και στην μέτρια ως χαμηλή προσφορά υπηρεσιών. Από μία ιστορική άποψη αυτό ήταν αναμενόμενο μιάς και η ιδιοσυγκρασία των Ελλήνων δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να ομοιάσει με αυτή των Γερμανικών φυλών τα οποία διακρίνονται για την προτεσταντική χρηματιστηριακή και εργαλιακή ηθική τους. Λόγω ιστορικών καταβολών οι Έλληνες δεν θα μπορούσαν να προσεγγίσουν την παραγωγικό δυναμικό της Γερμανίας αφού και για τον Έλληνα (από τον Αρχαίο μέχρι τον σημερινό) το επιδιωκόμενο είναι η σχόλη και όχι η παραγωγή. Ως συνέπεια, οι επιμέρους ιστορικές και πολιτικές συνθήκες κατέστησαν την Ελλάδα μία χώρα εισαγωγών όπου καταναλώνει Δυτικά προϊόντα πολυτελείας αλλά την ίδα στιγμή δεν είναι σε θέση να εξαγάγει αξιόλογες ποσότητες/ποότητες αγαθών, παραδοσιακών και μη. Η πρακτική των εισαγωγών επηρέασε εκτός της Ελληνικής οικονομίας και την πολιτική πρακτική η οποία με την σειρά της στηρίχθηκε στην εύκολη λύση της αύξησης του πλούτου διαμέσου της παροχής εξωτερικών εθνικών δανείων με σκοπό να υλοποιήσει τις διάφορες πολιτικές δεσμεύσεις των κομμάτων, υλοποίηση κοινωνικής πολιτικής κλπ..
Αν τώρα συνδιαστούν τα δύο παραπάνω δηλ. ο ακατάσχετος πολιτικός μηδενισμός της τελευταίας τουλάχιστον δεκαετίας και το πνεύμα των εύκολων ανώδινων λύσεων «εισαγωγής» τότε δεν θα πρέπει να μας προκαλεί απορία για την χωρίς χωρίς περιορισμούς διογκούμενη λαθρομετανάστευση στην Ελλάδα με τα χαρακτηριστικά που αυτή παρουσιάζεται από το 2000 και μετά.Τα εσωτερικά προβλήματα της Ελλάδος άρχισαν να αντιμετωπίζονται όχι μονάχα με εισαγωγή δανεικού πλούτου αλλά και με άκριτη εισαγωγή φθηνού ανθρώπινου δυναμικού από Ασία και Αφρική. Τα οικονομικά οφέλη για τους εργολάβους των Ολυμπιακών αγώνων από την «μαύρη» εργασία ήταν κολλοσιαία, το μείζον πρόβλημα της Ελληνικής υπογεννετικότητας λύθηκε εν μέσω μίας νυκτός, το παραεμπόριο άνθησε πλουτίζοντας ορισμένους ασυνείδητους Έλληνες τυχοδιώκτες, οι δουλέμποροι ανέπτυξαν τα κέρδη τους σε αστρονομικά ποσά, το εμπόριο ναρκωτικών και οργάνων γνώρισε πρωτοφανή άνθηση, η μετα-νεωτερική έχρωμη επιταγή για «πολυπολιτισμικότητα» ικανοποιήθηκε, οι βιοτεχνίες μείωσαν τα λειτουργικά τους έξοδα χωρίς να χρειαστεί να επενδύσουν σε νέες τεχνολογίες όπως γίνεται σε σοβαρές χώρες κλπ. Το Ασιατικό στοιχείο εξαθλιωμένο οικονομικά, υγειονομικά και μορφωτικά, καταφθάνοντας κατά εκατοντάδες χιλιάδες στο Ελληνικό χώρο φάνηκε βραχυπρόσθεμα να εξυπηρετεί όλους τους κλάδους της οικονομίας, όλοι ήταν ικανοποιημένοι από την άμεση ή έμμεση στιγνή εκμεταλευσή του. Είχε φτάσει όμως η ώρα για να εξυπηρετήσει και έναν άλλο σκοπό, την ανάγκη των πολιτικών κομμάτων για ψηφοθηρία. Η τωρινή ευσπευμένη και άνευ όρων απόδοση πολιτικών δικαιωμάτων στον εισαγώμενο «Τρίτο κόσμο» αναδεικνύεται πρωτεύον ζήτημα για τις επικείμενες πολύ-Εθνικές και δημοτικές εκλογές. Το ετερογενές συνοθύλευμα Ασιατών και Αφρικανών λαθρομεταναστών «βαπτίζεται» από την μία μέρα στην άλλη «Ελληνικός λαός» και αποδίδεται σε αυτό άκριτα το δικαίωμα της πολιτικής ψήφου αλλά και της ιθαγένειας. Για τα πολιτικά κόμματα δεν αποτελεί παρά μία νέα προς εκμετάλλευση δεξαμενή ψήφων καθώς ο ποσοτικός χαρακτήρας της αστικής Δημοκρατίας δεν διακρίνει παρά αριθμό ψήφων αγνοώντας τις πολιτισμικές και μορφωτικές ποιότητες των ψηφοφόρων που θα κληθούν να αποφασίσουν για το μέλλον της Ελλάδας. Το πολιτικό σύστημα της Ελλάδος εθισμένο στις «εισαγωγές» ως πανάκεια για όλα τα εσωτερικά του προβλήματα θα βρεί το τελευτάιο καιρό ως λύση την εισαγωγή ζώντος εκλογικού σώματος από την Ασία με σκοπό να το καταστήσει υποχείριο πολιτικού εκβιασμού. Η απόδοση ιθαγένειας και η νομιμοποίηση των εν Ελλάδι Ασιατικών ισλαμικών πληθυσμών θα λειτουργήσει ως εκβιαστικό κίνητρο για το προσεταιρισμό των ψήφων τους. Άνθρωποι με ανύπαρκτο μορφωτικό επίπεδο, δεμένοι σε ένα μεσαιωνικό ισλαμικό κοσμοείδωλο, χωρίς ταξική και συνδικαλιστική συνείδηση, εξαθλιωμένοι από την φτώχια, γαλουχημένοι για αιώνες σε ένα ισλαμικό σκοταδιστικό κολεκτιβιστικό καθεστώς, με το που περάσουν τα Ελληνικά σύνορα θα βαπτιστούν προς χάρην του «πολυπολιτιστικού» ανθρωπισμού «πολίτες του κόσμου», «γονιμοποιητές του Ελληνισμού», «άτομα», «εξατομικευμένες προσωπικότητες», «διαφωτιστές» κλπ. και θα τους δωθεί για ανθρωπιστικούς λόγους δικαίωμα ψήφου. Πλέον ως ώριμοι Ευρωπαίοι πολίτες αφήνοντας πίσω κάθε Ισλαμική και Ασιατική ταυτότητα, θα έχουν την κρίση να ψηφίσουν υπεύθυνα για την Ελλάδα και για τις νέες γενεές που θα ακολουθήσουν. Η όλη αυτή μεθόδευση δεν αποσκοπεί παρά στην δημιουργία νέου εισαγώμενου εκλογικού σώματος το οποίο υπό την υπόσχεση ιθαγένειας/νομιμοποίησης, θα κατευθύνει την μελοντική εκλογική του δύναμη στο πολιτικό κόμμα που θα τους υποσχεθεί τα περισσότερα. Σε συνδιασμό με την απογοήτευση των γηγενών Ελλήνων ψηφοφόρων που σε μεγάλο βαθμό έχουν αντιληφθεί τον πολιτικό ισοπεδωτικό μηδενισμό ο σχηματισμός νέας εκλογικής δεξαμενής κρίνεται αναγκαία διότι εκεί λόγω ιδιαίτερων καταστάσεων οι πολιτικοί εκβιασμοί μπορούν να αποδώσουν καλύτερα. Στις επόμενες πολύ-Εθνικές εκλογές τα διάφορα κόμματα εξουσίας θα επιδωθούν σε ένα φρενήρη ανταγωνισμού και υποσχέσεων με μοναδικό σκοπό τον προσεταιρισμό των Ασιατών «Ελλήνων» ψηφοφόρων. Μετά από την αντικατάσταση του Ελληνικού εργατικού δυναμικού από λαθρομετανάστες, ήρθε ο καιρός για την αντικατάσταση του γηγενούς Ελληνικού εκλογικού σώματος από πιο πολυπληθείς, αναλώσιμους έγχρωμους «ιδανικούς» ψηφοφόρους. Όσο πιο πολυπληθείς, όσο λιγότερο ενταγμένοι στα Ευρωπαϊκά πρότυπα, όσο πιο εξαθλιωμένοι, όσο πιο τρομαγμένοι, όσο πιο ευκολόπιστοι τόσο πιο πολύτιμη αναδεικνύεται η ψήφος τους σε σχέση με την αφυπνισμένη πλέον ψήφο του Έλληνα ψηφοφόρου. Ο πολιτικός και πολιτιστικός μηδενισμός στην Ελλάδα φαίνεται να μην έχει πάτο.