Στα Κάτω Πατήσια μερικοί Ελληνες φοβούνται τους μετανάστες και αντιστρόφως
Καταστήματα εποχικών, οπωροπωλεία και συνεργεία εναλλάσσονται με εισόδους πολυκατοικιών του 1960. Εδώ και εκεί, καταστήματα με πινακίδες στα παστούν και στα αγγλικά. Τηλέφωνα, συνδέσεις με την πατρίδα, ανταλλαγές σε συνάλλαγμα, ορισμένα έχουν εμπορεύματα, ρούχα ή κονσερβοποιημένα τρόφιμα. Στην Αχαρνών, στη Στρατηγού Κάλλαρη, στη Μιχαήλ Βόδα, στη Λεωφόρο Ιωνίας, πάλλεται η καρδιά των Κάτω Πατησίων, που δέχτηκε αλλεπάλληλα χτυπήματα βίας, με πρώτα θύματα ανθρώπους και κατόπιν την ηρεμία και την ασφάλεια των κατοίκων της περιοχής.
«Αργά μας θυμηθήκατε» πετά απαξιωτικά ο μεσήλικος ιδιοκτήτης ενός καταστήματος εποχικών στην Αχαρνών και αρχίζει να ωρύεται, βλαστημώντας κράτος, δημοσιογράφους και Αστυνομία. «Σφάζονται μέρα μεσημέρι μεταξύ τους,με σπασμένα μπουκάλια και σουγιάδες, μπουκάρουν στα καταστήματα,πυροβολούν κόσμο για 10 ευρώ και μιλάτε για ηρεμία. Τα λουκέτα τα βλέπεις γύρω σου. Ο Ελληνας έφυγε από τα Κάτω Πατήσια, τον Αγιο Παντελεήμονα, την Αττική, διώκεται στην ίδια του την πατρίδα» φωνάζει.
«Ο κόσμος έχει αγανακτήσει. Ωρες-ώρες αναρωτιέμαι πώς αντέχω και μένω εδώ» λέει σε πάροδο της Αχαρνών κ. Γιώργος Παπαγεωργίου . Στο μανάβικό του εργάζονται δύο Πακιστανοί, ο Μεσρούτ και ο Μοχάμεντ. Μιλούν καλά ελληνικά, λυπούνται για τον έφηβο ρακοσυλλέκτη, φοβούνται και αυτοί από τις αλλεπάλληλες διαρρήξεις και ληστείες. «Εχουμε οικογένειες να φροντίσουμε» λένε. «Αυτές τις δουλειές, στο μανάβικο,στο συνεργείο,στον τόρνο, δεν τις κάνουν πια οι Ελληνες.Τα παιδιά είναι εδώ πολλά χρόνια.Αλλά έχουν κατ΄ αρχάς δουλειά. Και ένα κεραμίδι. Οι άλλοι που τριγυρνούν, ποιος ξέρει πού, χασομερούν,μπλέκονται με τις μαφίες,αυτοί ποιο κράτος,ποια Αστυνομία τους ελέγχει» υπερθεματίζει ο κ. Παπαγεωργίου. Λίγο πιο κάτω βρίσκεται ένα μικρό παντοπωλείο. Το έχει ένας Πακιστανός, ο Ζίαλ. Δεκατέσσερα χρόνια στην Ελλάδα, εγκατέλειψε το όνειρο της Αγγλίας, καθώς εδώ βρήκε « ένα κομμάτι ψωμί και σπίτι », όπως δηλώνει. Και αυτός φοβάται: « Την κρίση,τον φόβο των άλλων που γεννά μίσος, το μέλλον των δύο κοριτσιών μου ». Δύο φορές έχουν ανοίξει το κατάστημά του. « Το έγκλημα δεν έχει διαβατήριο. Και εμένα θα κλέψουν και τον γείτονα ».
Από την Καθημερινή, 30-3-10